Σύμφωνα με τις αρχές της ψυχοθεραπείας Gestalt κάθε άνθρωπος έρχεται σε επαφή με το περιβάλλον του ώστε να ικανοποιήσει κάποια ανάγκη του. Όταν η επαφή αυτή διαταράσσεται τότε δεν έχουμε ολοκληρωμένη επαφή, ούτε ολοκληρωμένη κάλυψη της ανάγκης. Έτσι μπλοκάρεται η επαφή με διάφορους τρόπους που λειτουργούν ως άμυνες του οργανισμού.
Μία συνηθισμένη άμυνα είναι η συμβολή. Η συμβολή είναι η κατάσταση όπου νιώθεις ότι δεν υπάρχει όριο μεταξύ εαυτού και άλλου ή άλλων. Είναι η αίσθηση αδιαχώριστου. Το βλέπουμε σε ανθρώπους μιας φανατικά οργανωμένης ομάδας ή σε ένα ζευγάρι. Τότε δεν μπορείς να διαχωρίσεις τις σκέψεις και επιθυμίες σου από τον άλλον. Θυμίζει ένα συμβιωτικό στάδιο ειδικά στα ζευγάρια που παρατηρείται μία ταύτιση απόψεων, επιθυμιών ακόμη και συμπεριφορών. Η συμβιωτική σχέση εξυπηρετεί τις ανάγκες του εγώ για στήριξη και τροφοδοσία. Αποτελεί μία σχέση όπου ο ένας απορροφάται από τον άλλον χωρίς αυτονομία ελεύθερου χώρου.
Η προβολή είναι μία άλλη άμυνα όπου βλέπω στοιχεία του εαυτού στο εξωτερικό περιβάλλον. Βλέπω στον έξω κόσμο κάτι δικό μου που κατοικεί στην εσωτερική μου πραγματικότητα. Π.χ. να βλέπω έναν άνθρωπο και να πιστεύω ότι είναι επικριτικός, ενώ εγώ έχω αυτό το χαρακτηριστικό. Αποκηρύσσω έτσι πλευρές του εαυτού μου και τις προβάλλω σε άλλους χωρίς να έχω επίγνωση ότι κάνω αυτό. Έτσι χάνω την επίγνωση των συναισθημάτων, σκέψεων και αναγκών μου, αφού με αυτόν τον τρόπο δεν τα βλέπω ως δικά μου αλλά των άλλων.
Στην ενδοβολή καταπίνουμε κάτι χωρίς καμία επεξεργασία. Ενδοβάλλουμε ένα στοιχείο του περιβάλλοντος μας χωρίς να το επεξεργαστούμε αν κάνει για εμάς και πως μπορεί να αφομοιωθεί από εμάς. Το άτομο ενεργεί με βάση ότι έχει ενδοβάλλει και δεν έχει επίγνωση των δικών του τάσεων, επιθυμιών και αναγκών. Για παράδειγμα έχω ενδοβάλλει από την οικογένεια μου ως νόμο ότι πρέπει να είμαι υπεύθυνος και να φροντίζω για τους άλλους. Ζω με βάση αυτόν τον άτυπο νόμο αγνοώντας έτσι τις δικές μου ανάγκες.
Στον εγωτισμό το άτομο δεν έρχεται σε επαφή ουσιαστικά με το περιβάλλον. Δεν υπάρχει αμοιβαία σχέση ανταλλαγής αλλά μία μονόπλευρή σχέση. Το άτομο ενδιαφέρεται για την αίσθηση του εαυτού και είναι συγκεντρωμένο μόνο στις σκέψεις και τα συναισθήματα του. Αυτή είναι μία λειτουργία κυρίως του νάρκισσου όπου η συνδιαλλαγή του με το περιβάλλον είναι για την κάλυψη των δικών του αναγκών. Χειρίζεται το περιβάλλον δεν έρχεται σε επαφή μαζί του. Το καταναλώνει. Θα έχετε παρατηρήσει ανθρώπους σε μία συζήτηση που δεν τους ενδιαφέρει η γνώμη σας αλλά να πουν αυτό που θέλουν να πουν χωρίς να ακούσουν τίποτα από τον συνομιλητή τους.
Στην ανάκλαση η επαφή γίνεται με υποκατάστατο και όχι με το αντικείμενο της επαφής. Για παράδειγμα αντί κάποιος να ξεσπάσει τον θυμό του στο αφεντικό του γυρνάει και τον ξεσπάει στην γυναίκα του. Επίσης μπορεί να λειτουργήσει και διαφορετικά, να μετατοπιστεί όλο το περιεχόμενο της επαφής. Για παράδειγμα κάποιος να κατηγορεί κάποιον και ο τελευταίος να αλλάξει το θέμα μιλώντας για τον κακό καιρό. Οπότε είτε αλλάζει το αντικείμενο όπου απευθύνεται το συναίσθημα μας ή η ανάγκη μας, είτε μπλοκάρω το συναίσθημα αγνοώντας το και αλλάζοντας την προσοχή μου σε κάτι άλλο άσχετο και με λιγότερά φορτισμένο συναισθηματικό φορτίο.
Στην συστροφή κάνουμε στον εαυτό μας αυτό θα θέλαμε να συμβεί από κάποιον άλλον ή άλλους. Για παράδειγμα χαϊδεύω το χέρι μου και κάνω αυτό που θα ήθελα να μου κάνει κάποιος άλλος.
Στην αναστροφή συμβαίνει το αντίστροφο. Κάνω στον εαυτό μου ότι θα ήθελα να κάνω στον άλλον ή άλλους. Η επιθετικότητα προς τον εαυτό με αυτοτραυματισμούς είναι ένα παράδειγμα αναστροφής.
Η διατάραξη της επαφής με διάφορους τρόπους (όπως τους παραπάνω) μπορεί να δημιουργήσει διάφορες ψυχικές διαταραχές. Μπλοκάρεται με λίγα λόγια η ελεύθερη λειτουργία του οργανισμού και η ανεμπόδιστη ανταλλαγή με το περιβάλλον. Η πετυχημένη επαφή είναι η λιγότερο ανεμπόδιστη όσο γίνεται. Μέσα από την δημιουργική προσαρμογή προσαρμόζομαι έτσι στο περιβάλλον ώστε να πετύχω την καλύτερη ικανοποίηση της ανάγκης μου με τα μέσα και τις προϋποθέσεις που υπάρχουν. Καλούμαι τώρα ως ενήλικας να δράσω με περισσότερους πόρους και ευελιξία να ικανοποιήσω την ανάγκη μου, κάτι που ως ανήλικος δεν μπορούσα να κάνω λόγω άλλων συνθηκών και πόρων. Το θέμα είναι ότι χωρίς την επίγνωση δεν μπορώ να βγω από το καλούπι του παιδικού εαυτού και βιώνω τα ίδια εμπόδια της παιδικής μου ηλικίας. Δημιουργώ στον εαυτό μου τους ίδιους περιορισμούς που είχα ως παιδί. Όταν όμως έχω αντίληψη των αναγκών μου και επίγνωση του “τι” κάνω και “πως” διαμορφώνω την ζωή μου, τότε μπορώ να επιλέξω αν θα συνεχίσω ή θα αλλάξω πορεία.