Η κατάθλιψη είναι μία πολύ συνιθισμένη νόσος παγκοσμίως. Όσο και να την αγνοούμε, όσο και να την υποτιμούμε ή να αρνιόμαστε την σοβαρότητα της αυτή παραμένει εκεί. Υπάρχουν άνθρωποι που πάλευαν μόνοι τους με την κατάθλιψη χωρίς καν να ξέρουν τι τους συνέβαινε για χρόνια. Μετά από χρόνια ή εξαιτίας μίας κρίσης πανικού συμβουλεύτηκαν ψυχίατρο ή ψυχολόγο όπου εντόπισε την ασθένεια. Πρόληψη είναι δύσκολο να υπάρξει στην κατάθλιψη ενημέρωση όμως γίνεται και υπάρχει. Αρχικά για κάθε ψυχική νόσο (σοβαρής ή ελαφριάς μορφής) δεν θα πρέπει να υπάρχει ταμπού και ντροπή. Η αποδοχή της ασθένειας είναι το πρώτο βήμα για να μπορέσει το άτομο να την διαχειριστεί καλύτερα ή και να την ξεπεράσει. Αποδοχή από το περιβάλλον και από τον ίδιο τον ασθενή. Η κατάθλιψη λοιπόν θέλει αποδοχή, να την κοιτάξεις στα μάτια και να την καλωσορίσεις στην ζωή σου όχι με τυμπανοκρουσίες φυσικά αλλά σαν έναν άγνωστό επισκέπτη που μπαίνει στο σπίτι σου ενώ δεν θες αλλά αυτός κάτι έχει να σου πει. Μην τον διώξεις επειδή “τάραξε τα νερά”, δες τι έχει να σου πει. Ότι συναισθήματα βιώνουμε έρχονται για να μας δείξουν τον δρόμο. Σαν καμπανάκι ότι κάτι πάει ή δεν πάει καλά και πρέπει να ρυθμιστεί.
Η κατάθλιψη έχει ως κύρια συμπτώματα πεσμένη διάθεση, έλλειψη ενδιαφέροντος, αϋπνία ή υπερυπνία, ελάττωση ή αύξηση κατανάλωσης φαγητού, αίσθημα κενού, κόπωση, αισθήματα αναξιότητας ή ενοχής και σκέψεις θανάτου. Η κατάθλιψη χωρίζεται σε δύο μορφές, την ανακλητική και ενδοβλητική. Στην ανακλητική το άτομο νιώθει ανεπαρκές ανάξιο της αποδοχής και αγάπης των άλλων. Νιώθει αίσθημα κενού και έρμαιο της τύχης και της μοίρας που για αυτό πιστεύει ότι είναι κακή. Βασανίζεται από την θλίψη για ανεκπλήρωτες επιθυμίες και φαντασιώσεις με την πεποίθηση ότι αν πραγματοποιούνταν θα ήταν ευτυχισμένο. Η κύρια αίσθηση που διακατέχει το άτομο με ανακλητική κατάθλιψη είναι η ντροπή. Οι άνθρωποι με ενδοβλητική κατάθλιψη νιώθουν έντονη ενοχή. Ενοχή όχι για κάτι που έχουν κάνει (αυτό είναι τύψεις) αλλά για να μην κάνουν κακό σε κάποιον και βγουν οι “καταστροφικές” τους παρορμήσεις. Έτσι προσπαθούν να είναι πάντα τα “καλά” παιδιά να ικανοποιούν τους άλλους και να μην κάνουν λάθη. Μία μικρή αίσθηση ενοχής κάνει το άτομο ευσυνείδητο και δοτικό αλλά η έντονη ενοχή του μπλοκάρει κάθε δράση. Ο θυμός και η κριτική στρέφεται προς τον εαυτό. Τα άτομα αυτά νιώθουν μία αίσθηση ότι θα επέλθει σκληρή τιμωρία αν εκφράσουν τον θυμό τους, διεκδικήσουν την σεξουαλικότητα τους και την ανεξαρτητοποίηση τους, ένα μήνυμα που στάλθηκε από έναν γονέα ή και τους δύο γονείς στο παιδί ασυνείδητα και το ακολουθεί και στην ενήλικη ζωή. Μπορεί επίσης να νιώθουν ενοχές για τις φυσιολογικές ανάγκες που έχουν σε σχέση με τους άλλους και ότι οι ανάγκες τους αυτές θα καταστρέψουν τους άλλους. Πολλές φορές τα άτομα με κατάθλιψη εξιδανικεύουν τους άλλους σε μία προσπάθεια να βρουν τον “σωτήρα” που ψάχνουν με αποτέλεσμα να νιώθουν ακόμη κατώτερα στην σύγκριση.

Μπορεί η εξιδανίκευση μίας εικόνας εαυτού ή μιας κατάστασης (π.χ. μία ιδανική δουλειά) να είναι και η αιτία της κατάθλιψης. Όταν το άτομο δεν μπορεί να καταφέρει το “τέλειο” που ονειρεύεται. Όπως και να έχει η εξιδανίκευση λειτουργεί έτσι δημιουργώντας στο άτομο μία υποτιμημένη εικόνα εαυτού και τα αισθήματα αναξιότητας. Αυτό που συμβαίνει στην κατάθλιψη είναι ότι το άτομο έχει αρνηθεί ή δεν αποδέχεται τον αυθεντικό του εαυτό. Έτσι νιώθει ότι πρέπει να γίνει κάτι “καλύτερο” για να αγαπηθεί ή να προσπαθεί να ικανοποιεί τις ανάγκες των άλλων. Γενικά το άτομο νιώθει έναν κενό εαυτό που “πρέπει να κάνει κάτι” για να κερδίσει την αγάπη. Όταν οι προσπάθειες δεν πετυχαίνουν ή το άτομο δεν δέχεται την αγάπη ή την δέχεται αλλά ακόμη νιώθει κενό και ανάξιο της αγάπης αυτής τότε τα καταθλιπτικά συμπτώματα γίνονται εντονότερα.
Ο δρόμος της θεραπείας περνάει από τον δρόμο της αυτοαποδοχής και αγάπης στον εαυτό. Το άτομο θα πρέπει να βρει τον χαμένο και καταβεβλημένο από την κριτική αυθεντικό εαυτό να τον αγκαλιάσει, να τον συγχωρέσει, να τον φροντίσει και να τον αποδεχτεί δημιουργώντας μία σχέση αγάπης με αυτόν. Όπως κάνουμε σχέση με έναν άνθρωπο, όπως θα φροντίζαμε ένα μικρό παιδί φοβισμένο και μόνο του έτσι κάνουμε και με το τραυματισμένο μας κομμάτι που δεν έχουμε αποδεχτεί. Ξεκινάμε από την αρχή να του μιλάμε όπως είχαμε ανάγκη να κάνουν οι δικοί μας γονείς, να το φροντίζουμε και να του κάνουμε τα χατίρια, να το ακούμε όταν δεν είναι καλά και να του δίνουμε χρόνο και χώρο για να ανταπεξέλθει σε αυτά που του ζητάμε. Πάνω από όλα φροντίζουμε να μην φοβάται και να το συγχωρούμε όταν δεν είναι “τέλειο”. Η μοναδικότητα είναι αυτή που μας κάνει όμορφους, δημιουργικούς και ξεχωριστούς. Τα κοινωνικά πρότυπα μας επιβάλλονται και τα επιβάλλουμε πολλές φορές ανάλγητα στον εαυτό μας. Η κατάθλιψη αρχίζει όταν σταματάει η αγάπη και αν δεν υπάρχει αγάπη γύρω μας μπορούμε να την δημιουργήσουμε μέσα μας. Η κατάθλιψη δεν είναι μία απλή ασθένεια και δεν είναι κάτι που φεύγει πάντα εύκολα. Μέσα από την θεραπεία βρίσκουμε τον τρόπο να ζούμε όσο γίνεται καλύτερα με αυτήν ή χωρίς αυτήν.
